01 February 2022

Με “ιδιαίτερη” δικονομία ΝΔ – ΚΙΝΑΛ η αρχειοθέτηση Γεωργιάδη

 


Στο άρθρο αυτό που δημοσιεύτηκε στο realpolitik.gr τον Φεβρουάριο του 2022, θα δούμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έκανε τέτοιες τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) οι οποίες διευκολύνουν και καθιστούν ανάλεγκτες τις αρχειοθετήσεις υποθέσεων που χειρίζονται οι Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος και οι Εισαγγελείς Διαφθοράς. Ειδικότερα, στην αρχική του μορφή ο νέος ΚΠΔ (Ν. 4620/2019) προέβλεπε τον έλεγχο και την έγκριση ανώτερου εισαγγελέα πριν αρχειοθετηθεί μια υπόθεση που χειρίζονται οι Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος και οι Εισαγγελείς Διαφθοράς. Πριν τις τροποποιήσεις που επέφερε η ΝΔ, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος και ο Εισαγγελέας Διαφθοράς, για να αρχειοθετήσουν μία υπόθεση έπρεπε πρώτα να διαβιβάσουν την δικογραφία στον εποπτεύοντα Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και να του αναφέρουν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησαν ποινική δίωξη. Δηλαδή, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ή ο Εισαγγελέας Διαφθοράς, δεν αποφάσιζαν μόνοι τους την αρχειοθέτηση. Αναγκαστικά η διαδικασία περνούσε από τον έλεγχο ανώτερου εισαγγελέα ο οποίος μάλιστα είχε το δικαίωμα να παραγγείλει την άσκηση ποινικής δίωξης αν δεν συμφωνούσε. Με τις τροποποιήσεις που έκανε στον ΚΠΔ η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατέστησε ανέλεγκτες τις αρχειοθετήσεις καταργώντας τον έλεγχο τους  από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Πλέον, η αρχειοθέτηση είναι one man show για τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ο οποίος δεν ελέγχεται από κανέναν. Ταυτόχρονα, η ΝΔ κατήργησε και τον Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που επόπτευε και συντόνιζε το έργο των εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος. Πλέον, η εποπτεία και ο συντονισμός δεν είναι υπόθεση ανώτερου εισαγγελέα αλλά εσωτερική υπόθεση της ίδιας της εισαγγελίας οικονομικού εγκλήματος. Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει. Για να ολοκληρωθεί η "μεταρρύθμιση", η ΝΔ τελικά κατήργησε και την ίδια την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς και διατήρησε μόνο την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος.


Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Την Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022 ενημερωθήκαμε (βλ. ενδεικτικό ρεπορτάζ ΕΘΝΟΣ) ότι αρχειοθετήθηκε η δικογραφία για την υπόθεση Novartis, σε ό,τι αφορούσε στον Άδωνι Γεωργιάδη και στον Δημήτρη Αβραμόπουλο. 

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Άδωνι Γεωργιάδη:

"Πριν από λίγο μου παραδόθηκε από τον δικηγόρο μου, κύριο Μιχάλη Δημητρακόπουλο, τον οποίο θέλω ιδιαιτέρως να ευχαριστήσω γιατί σε όλη αυτή την ιστορία στάθηκε στο πλάι μου βράχος και αντιμετώπισε νομικά όλη τη συκοφαντία κατά τον καλύτερο τρόπο, η πράξη αρχειοθέτησης του οικονομικού εισαγγελέα για την υπόθεση της NOVARTIS σε ό,τι με αφορά. Είχα πάντα εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη. Ουδέποτε τα τελευταία 4 χρόνια απ’ όταν ξεκίνησε αυτή η δυσώδης ιστορία, μία από τις μεγαλύτερες σκευωρίες στη σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία, αμφέβαλα για την εμπιστοσύνη μου στους θεσμούς και στην ελληνική δικαιοσύνη. Η σημερινή μέρα είναι μέρα χαράς. Όμως, από την άλλη δεν μπορώ να μη σκεφτώ πόσο κοντά βρέθηκε η πατρίδα μας σε πραγματική αλλοίωση του πολιτεύματος, μέσω αυτής της δυσώδους σκευωρίας που κάποια στελέχη της προηγουμένης κυβερνήσεως έστησαν, με αποκλειστικό σκοπό την παραπλάνηση της κοινής γνώμης. Οι πολιτικοί μου αντίπαλοι έφτασαν στο σημείο να κατηγορούν εμένα για τη NOVARTIS που επί της υπουργικής μου θητείας η φαρμακευτική δαπάνη έφτασε στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων ετών, ενώ ήταν η μοναδική χρονιά που η NOVARTIS παρουσίασε ζημιές στην Ελλάδα. Με διάφορα στημένα άρθρα από εκδοτικά συγκροτήματα, που ήδη διερευνώνται και αυτά για το ρόλο τους από την ελληνική Δικαιοσύνη, προσπάθησαν να παρασύρουν όχι μόνο την κοινή γνώμη, αλλά και τους συναδέλφους μου. Θέλω ιδιαιτέρως να ευχαριστήσω τον Πρωθυπουργό της χώρας και Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, κύριο  Κυριάκο Μητσοτάκη που ουδέποτε αμφισβήτησε την ακεραιότητα του χαρακτήρος μου και που έμεινε πάντα στο πλάι μου από την πρώτη στιγμή, όλους μου τους συνεργάτες που ούτε ένας δεν αμφισβήτησε την ακεραιότητά μου, τους ψηφοφόρους μου που και στις εκλογές με τους σχεδόν 70.000 ψήφους που μου έδωσαν στη Βόρεια Αθήνα απέδειξαν ότι δεν επηρεάστηκαν καθόλου από όλα αυτά τα ψέματα και φυσικά, την οικογένειά μου που έμεινε αταλάντευτη στο πλάι μου σε όλη αυτήν την ιστορία, πιστεύοντας απολύτως στην αθωότητά μου. Δεν θα το αφήσω να περάσει έτσι. Θα το ψάξουμε μέχρι τέλους"



Ο Άδωνις Γεωργιάδης έδωσε στην δημοσιότητα την πράξη αρχειοθέτησης της υπόθεσης, στο σκέλος που αφορά τον ίδιο.

Κατά τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος κο Παναγιώτη Καψιμάλη, ο Άδωνις Γεωργιάδης "όχι μόνο δεν ευνόησε την Novartis αλλά αντιθέτως διαπιστώνεται και ευθεία προσβολή των συμφερόντων της" και "από το αποδεικτικό υλικό δεν προκύπτουν πράξεις ή παραλείψεις του που να στοιχειοθετουν το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων".


 
Το θέμα μας όμως δεν είναι το εάν ο Άδωνις Γεωργιάδης δωρδοκήθηκε. Το θέμα μας είναι ότι με τις τροποποιήσεις που επέφερε η ΝΔ στον ΚΠΔ, καθίσταται αδύνατος ο έλεγχος του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος αναφορικά με το εάν ορθώς αρχειοθέτησε μία τόσο σοβαρή υπόθεση. 

...::: Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος & Διαφθοράς :::...
Με την εισαγωγή του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) Νόμος 4620/2019 (ΦΕΚ Α 96/11.06.2019) ορίστηκαν οι ρυθμίσεις για τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος και τους Εισαγγελείς Εγκλημάτων Διαφθοράς.

Σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ. 3 ΚΠΔ, στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ήταν τα οικονομικά εγκλήματα κατά του Ελληνικού Δημοσίου. 

"3.  O  εισαγγελέας  οικονομικού  εγκλήματος  έχει  ως  αρμοδιότητα τη διενέργεια ερευνών ή προκαταρκτικής εξέτασης για την εξακρίβωση τέλεσης κάθε είδους φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων και οποιωνδήποτε άλλων συναφών, εφόσον αυτά διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή βλάπτουν σοβαρά την εθνική οικονομία. Ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος μπορεί να ασκεί την αρμοδιότητά του σε όλη την Επικράτεια. Με την επιφύλαξη της παρ. 5 του παρόντος άρθρου, για την άσκηση των καθηκόντων του, ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος έχει την εποπτεία, καθοδήγηση και το συντονισμό των ενεργειών των γενικών κατά το άρθρο 31 παρ. 1 περ. α ́ και ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, ιδίως δε υπαλλήλων του Σώματος Δίωξης Οικονο-μικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.), της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος (Δ.Ε.Ο.Ε.) και της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, εντός των σχετικών αρμοδι-οτήτων τους.

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 3 ΚΠΔ, στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς ήταν τα κακουργήματα πολιτικών προσώπων που διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

3. Στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς υπάγονται τα κακουργήματα που διαπράττουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους, βουλευτές, γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ακόμη και αν οι υπαίτιοι έχουν παύσει να φέρουν την ιδιότητα αυτή, εφόσον αυτά σχετίζονται με επιδίωξη οικονομικού οφέλους των ιδίων ή τρίτων ή την πρόκληση βλάβης στο δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης  εξαιρουμένων  των  περιπτώσεων  του  άρθρου 33


...::: Τί ισχύει για τους κοινούς θνητούς :::...
Ας υποθέσουμε ότι ένα απλός πολίτης κάνει μία μήνυση / έγκληση. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μόλις την παραλάβει, μπορεί να την θέσει στο αρχείο αν αυτή δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη κλπ. Μπορεί επίσης να την θέσει στο αρχείο μετά τη διενέργεια 
προκαταρκτικής εξέτασης αν κρίνει ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη. Όλα καλά μέχρι εδώ (άρθρο 43 παρ. 3 & 4 ΚΠΔ).

Μία υπόθεση μπορεί να ανασυρθεί από το αρχείο όταν αναφαίνονται νέα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία ή γίνεται επίκληση αυτών, τα οποία δικαιολογούν την επανεξέταση της υπόθεσης (άρθρο 43 παρ. 6 ΚΠΔ). Πάλι όλα καλά μέχρι εδώ.

Και τί συνέπειες έχει η αρχειοθέτηση μιας υπόθεσης? Η συνέπεια είναι ότι παράγεται “περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο” δηλαδή παρέχεται στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών το δικαίωμα να απορρίψει κάθε νέα καταγγελία κατά του ιδίου προσώπου που βασίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά ή σε επουσιώδη παραλλαγή ή συμπλήρωση αυτών (ενδεικτικά ΑΠ 484/2020 Ζ’ Ποινικό). Άρα, η δικαστική εξουσία δεν μπορεί να διερευνήσει εκ νέου μια υπόθεση που αρχειοθετήθηκε εκτός και εάν προκύψουν νέα στοιχεία. Αυτή είναι μία συνέπεια που αφορά κάθε αρχειοθέτηση, ακόμα και αυτήν που έκανε ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ή ο Εισαγγελέας Διαφθοράς. Συνεπώς, η υπόθεση του Άδωνι Γεωργιάδη δεν μπορεί να απασχολήσει ξανά την δικαστική εξουσία παρά μόνο εάν προκύψουν νέα στοιχεία ή αναφανούν υφιστάμενα στοιχεία τα οποία όμως δεν είχε υπόψη ο εισαγγελέας. Ξανά, όλα καλά μέχρι εδώ.

Τίθεται όμως το εξής ζήτημα: αρκεί ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μόνος αυτός, να αρχειοθετεί μία υπόθεση? Κι αν κάνει λάθος? Κι αν κάτι του διέφυγε? Κι αν το κάνει δολίως για να απαλλάξει τον ελεγχόμενο από την περαιτέρω ποινική διερεύνηση της υπόθεσής του? Δεν θα ήταν καλό να υπάρχει και μια δεύτερη ματιά πριν γίνει η αρχειοθέτηση? Δεν πρέπει να υπάρχει ένας έλεγχος του εισαγγελέα που αρχειοθετεί από έναν ανώτερο εισαγγελέα?

Ο νόμος, λοιπόν, προβλέπει (43ΚΠΔ) ότι όταν αρχειοθετεί ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, πρέπει να διαβιβάσει τη δικογραφία προς έλεγχο σε ανώτερο εισαγγελέα, στον εισαγγελέα εφετών. Ταυτόχρονα, πρέπει να αναφέρει στον ανώτερο εισαγγελέα τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Αν ο εισαγγελέας εφετών συμφωνεί, συντελείται η αρχειοθέτηση ενώ αν διαφωνεί έχει δικαίωμα να είτε να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση ή συμπλήρωσή της είτε την άσκηση ποινικής δίωξης.

Συνεπώς, για τους “απλούς πολίτες”, επανεξετάζεται η αρχειοθέτηση μιας υπόθεσης από τον ανώτερο εισαγγελέα εφετών ο οποίος με τον τρόπο αυτό “κρίνει την κρίση” του εισαγγελέα που αρχειοθέτησε. Δηλαδή, η κρίση περί αρχειοθέτησης δεν εξαντλείται σε ένα πρόσωπο αλλά διέρχεται της κρίσεως και εμπειρότερου εισαγγελικού λειτουργού. Maker – checker που λένε στο χωριό κάποιων.


...::: Τί ισχύει για τα πολιτικά πρόσωπα :::...
Ισχύουν τα παραπάνω και για τα πολιτικά πρόσωπα? Η κρίση των Εισαγγελέων Οικονομικού Εγκλήματος ή των Εισαγγελέων Διαφθοράς περί αρχειοθέτησης, ελέγχεται από ανώτερο εισαγγελέα?

Συνοπτικά η απάντηση είναι ΟΧΙ, από τον Μάιο του 2020.


...::: Ας δούμε το ιστορικό :::...
Ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) τέθηκε τον Ιούνιο του 2019 με τον Νόμο 4620/2019 (ΦΕΚ Α 96/11.06.2019)Εδώ μπορείτε να βρείτε όλο το υλικό που κατατέθηκε στη Βουλή (νομοσχέδιο, αιτιολογική έκθεση κλπ) και εδώ μπορείτε να βρείτε τα πρακτικά της συζήτησης (και εδώστη Βουλή και να αντρέξετε στο ποιός είπε τί.

Τα άρθρα 33 και 36 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προέβλεπαν τους Εισαγγελείς Διαφθοράς και Οικονομικού Εγκλήματος, των οποίων το έργο επόπτευε και συντόνιζε ανώτερος εισαγγελέας, δηλαδή Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.

Όταν οι εισαγγελείς διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος ήθελαν να αρχειοθετήσουν μία υπόθεση, έπρεπε να την διαβιβάσουν στον εποπτεύοντα Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και να αναφέρουν σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησαν ποινική δίωξη. Αν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου συμφωνούσε, συντελούνταν η αρχειοθέτηση. Αν διαφωνούσε, μπορούσε να παραγγείλει προκαταρκτική (εάν δεν είχε ήδη γίνει) ή και την άσκηση ποινικής δίωξης.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 33 παρ. 4 ΚΠΔ προέβλεπε, για τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος, την αρχειοθέτηση σε στάδιο πριν την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και είχε ως εξής:

"Αν η καταγγελία, πληροφορία ή είδηση δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, τη θέτει στο αρχείο και, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εποπτεύοντα αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος άρθρου, αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος έχει δικαίωμα να παραγγείλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που δικαιολογούν την άσκησή της"

Το άρθρο 33 παρ. 5 ΚΠΔ προέβλεπε την αρχειοθέτηση αφού είχε διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση και είχε ως εξής:

"Αν ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος ή ο αναπληρωτής του κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση της ποινικής δίωξης, θέτει την υπόθεση στο αρχείο και υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εποπτεύοντα κατά την παρ. 2 αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος, σε περίπτωση που διαφωνεί, έχει δικαίωμα να παραγγείλει την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που τη δικαιολογούν"

Τα αυτά προέβλεπε το άρθρο 36 παρ. 1 ΚΠΔ για την αρχειοθέτηση από τον Εισαγγελέα Διαφθοράς:

Αν ο εισαγγελέας εγκλημάτων διαφθοράς θέσει στο αρχείο την μήνυση ή αναφορά, ως μη στηριζόμενη στον νόμο, προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης ή επειδή δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις που δικαιολογούν την άσκηση ποινικής δίωξης, υποβάλλει τη δικογραφία στον εποπτεύοντα αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος μπορεί να παραγγείλει είτε τη διενέργεια προ-καταρκτικής εξέτασης είτε την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που τη δικαιολογούν

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο νέος ΚΠΔ προέβλεπε τον έλεγχο ανώτερου εισαγγελέα πριν να συντελεστεί η αρχειοθέτηση.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση (σελ. 19) του Νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας Ν. 4620/2019 (ΦΕΚ Α' 96/2019):

“Ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος, η τοπική αρμοδιότητα του οποίου εκτείνεται σε όλη την επικράτεια, ενεργεί ως εισαγγελέας του πρώτου βαθμού και συνεπώς η αρχειοθέτηση από αυτόν της μήνυσης ή καταγγελίας ή άλλης μορφής είδησης θα υποβάλλεται για έγκριση στον εποπτεύοντα αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατ’ ανάλογο εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 43 ΚΠΔ”

Δηλαδή, όπως για τους “κοινούς θνητούς” ελέγχονταν από ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό οι αρχειοθετήσεις, έτσι θα έπρεπε να γίνεται και για τις υποθέσεις των εισαγγελέων διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος.

Το 2020 όμως, έγινε το θαύμα!


...::: Ο Ν. 4689/2020 - Κατάργηση ελέγχου:::...
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θεώρησε ότι είχε έρθει η ώρα να ξεκουράσει την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, έστω και αν επρόκειτο για υποθέσεις που απασχόλησαν πολύ την πολιτική ζωή.

Τον Μάιο του 2020, με την τροπολογία 300/16-15.5.2020 του Υπουργείου Δικαιοσύνης, τροποποιήθηκαν τα άρθρα 33 και 36 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η τροπολογία ψηφίστηκε από την Βουλή κι έγινε το άρθρο 94 του Ν. 4689/2020 (ΦΕΚ Α 103/27.05.2020). Μπορείτε να βρείτε όλο το υλικό που κατατέθηκε στην Βουλή εδώ.

Οι τροποποιήσεις αφορούσαν τις διατάξεις για τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος και τους Εισαγγελείς Διαφθοράς. 

Ειδικότερα, με την τροπολογία εξαφανίστηκαν από τα επίμαχα άρθρα τα εδάφια που αφορούσαν στον έλεγχο της αρχειοθέτησης από ανώτερο εισαγγελέα.

Με απλά λόγια, η Κυβέρνηση κατήργησε τον έλεγχο στις πράξεις αρχειοθέτησης που πλέον είναι one man show.

Και επειδή η αρχειοθέτηση είναι προς το συμφέρον του ελεγχόμενου, η κατάργηση του δευτεροβάθμιου ελέγχου, απομακρύνει το ενδεχόμενο να ανατραπεί η αρχειοθέτηση. Άρα πρόκειται σίγουρα για ρύθμιση προς το συμφέρον του ελεγχόμενου.

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας, το σκεπτικό της κατάργησης του ελέγχου ήταν ότι έτσι “αποσυμφορείται η εισαγγελία του Αρείου Πάγου από την επανεξέταση αβάσιμων καταγγελιών”.

Επιπλέον, υποτίθεται ότι η νέα ρύθμιση δεν δημιουργούσε αντινομία διότι ο εισαγγελέας εφετών είναι “δευτεροβάθμιος λειτουργός” άρα όλα οκ. Το σκεπτικό αυτό σαφώς πάσχει διότι οι εισαγγελείς διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος είναι μεν εισαγγελείς εφετών αλλά επιλαμβάνονται υποθέσεων σε πρώτο βαθμό κι όχι σε δεύτερο. Επομένως, με τις νέες ρυθμίσεις ελλείπει ο δευτεροβάθμιος έλεγχος.


...::: Τί έκανε η αντιπολίτευση? :::...
Τί έκαναν όμως τα κόμματα της αντιπολίτευσης για την ρύθμιση αυτή που κατέστησε ανέλεγκτες τις αρχειοθετήσεις από τους εισαγγελείς διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος

Ο κος. Καλαματιανός από τον ΣΥΡΙΖΑ, στην ομιλία του στη Βουλή (βλ. πρακτικά της 18.05.2020), στάθηκε στο ζήτημα της επιλογής του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που θα συντονίζει και θα εποπτεύει το έργο των Εισαγγελέων Οικονομικού Εγκλήματος και Διαφθοράς (ο οποίος "έφυγε από τη μέση" με τον Ν 4745/2020 έξι μήνες αργότερα). Βλέπετε, η τροπολογία προέβλεπε την επιλογή Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. 

Διαφωνούμε με τη διάταξη για τον οικονομικό εισαγγελέα και τον εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς. Ο τελευταίος βέβαια αναφέρεται στην αιτιολογική όχι στο κείμενο. Οι λόγοι είναι θεσμικοί, διαδικαστικοί αλλά και ουσιαστικοί. Κατ’ αρχάς θα πρέπει να μας πείτε αν έχει ζητηθεί κι αν έχει δοθεί η γνώμη της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδας για τη διάταξη αυτή. Ήδη η Ένωση έχει τοποθετηθεί κατηγορηματικά αντίθετη σε άλλα σημεία του νομοσχεδίου. Η τροπολογία με αιφνιδιαστικό τρόπο παρεμβαίνει σε κατ’ εξοχήν ζητήματα εισαγγελικού ενδιαφέροντος. Επίσης, δεν προκύπτει πουθενά ότι έχει ζητηθεί και έχει δοθεί η σύμφωνη γνώμη της ολομέλειας της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου. Αν υπάρχουν αυτά, να μας τα προσκομίσετε. Θα έπρεπε να υπάρχει η γνώμη αυτή, γιατί αφορά ζητήματα συγκρότησης και οργάνωσης των δικαστηρίων. Στην εισαγγελική αρχή ισχύει το μοντέλο της ιεραρχικής συγκρότησης του Σώματος. Τα καθήκοντα εποπτείας στους αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου αναθέτει ο ίδιος ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Επισημαίνουμε ότι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου αναλαμβάνουν ως καθήκον τις θέσεις τους και δεν καταλαμβάνουν νέα θέση. Άλλο αναλαμβάνω καθήκον, άλλο καταλαμβάνω νέα θέση, βέβαια, ως προς την εποπτεία των εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος και εγκλημάτων διαφθοράς. Δεν καταλαμβάνουν, λοιπόν, νέα θέση με τα καθήκοντα αυτά και δεν απαιτείται απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 91 του Συντάγματος. Επίσης, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συμμετέχουν κατά πλειοψηφία δικαστές κι έτσι όταν τα θέματα αφορούν στενά τη λειτουργία της εισαγγελικής αρχής, όπως εδώ, θα είχαμε το φαινόμενο να διασπάται η αρχή της ανεξαρτησίας της έναντι άλλων αρχών αλλά και έναντι των δικαστηρίων. Δηλαδή οι προερχόμενοι από άλλη αρχή θα αποφασίζουν ποιος εισαγγελέας θα εποπτεύει ένα εισαγγελικό όργανο.

Βέβαια, η φάκα ήταν μερικές γραμμές παρακάτω από εκείνες στις οποίες έδωσε έμφαση ο κος Καλαματιανός, ο οποίος φάνηκε να αγνοεί εντελώς ότι αφαιρέθηκε από τον Αντεισαγγέλεα του Αρείου Πάγου η αρμοδιότητα του ελέγχου των αρχειοθετήσεων. Μάλιστα, εξέφρασε και την ανησυχία του μην τυχόν και τα ζητήματα ορισμού εποπτεύοντος Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου οδηγήσει στην αρχειοθέτηση υποθέσεων χωρίς να ασκηθεί η εποπτεία του, η οποία όμως εποπτεία καταργείται (!!!). 

Τέλος, επισημαίνουμε ότι δεν υπάρχει πουθενά καμμία μεταβατική πρόβλεψη. Αυτό κατ’ αρχάς θα δημιουργήσει σύγχυση και καθυστερήσεις. Ελπίζουμε να μην οδηγήσει αφ’ ενός στην αρχειοθέτηση υποθέσεων, χωρίς να ασκηθεί βεβαίως η εποπτεία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή στην αφαίρεση δικογραφιών από συγκεκριμένους εισαγγελείς και στην ανάληψή τους από άλλους.

Από τα υπόλοιπα κόμματα δεν ειπώθηκε ουδεμία κουβέντα ούτε την 1η ημέρα συζήτησης  (βλ. πρακτικά της 18.05.2020) ούτε και την 2η (βλ. πρακτικά της 21.05.2020). 

Πώς ψήφισαν τα κόμματα?

Από τα πρακτικά της συνεδρίασης της Βουλής, προκύπτει ότι τις νέες διατάξεις δεν τις υπερψήφισε μόνη της η Νέα Δημοκρατία. Τις υπερψήφισε και το ΚΙΝΑΛ. Καταψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ ενώ ΚΚΕ και Μερα25 ψήφισαν παρών.



...::: Ο Ν. 4745/2020 - Κατάργηση Ανώτερου Εισαγγελέα :::...
Το επόμενο χτύπημα της Νέας Δημοκρατίας ήρθε 6 μήνες μετά, τον Νοέμβριο του 2020, με το άρθρο 53 του Ν. 4745/2020 (ΦΕΚ Α 214/06.11.2020)Εδώ μπορείτε να βρείτε όλο το υλικό που κατατέθηκε στη Βουλή (νομοσχέδιο, αιτιολογική έκθεση κλπ) και εδώ μπορείτε να βρείτε τα πρακτικά της συζήτησης (και εδώστη Βουλή και να αντρέξετε στο ποιός είπε τί.

Οι περισσότεροι στάθηκαν στην κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς (βλ. ρεπορτάζ VouliWatch 22.10.2020)

Σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου έφυγε εντελώς από τα πόδια των Eισαγγελέων Oικονομικού Eγκλήματος. Πλέον, το έργο τους εποπτεύει ο αρχαιότερος μεταξύ των εισαγγελέων εφετών που αποτελούν την εισαγγελία οικονομικού εγκλήματος χωρίς ωστόσο αυτός να έχει και αρμοδιότητα να ελέγχει και να εγκρίνει τις αρχειοθετήσεις

Όπως ορίζει το άρθρο 53:
Με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται ο αρχαιότερος από τους εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος ως Προϊστάμενος του Τμήματος. 

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση:

Κεφάλαιο ΙΖ’: Με τις προτεινόμενες διατάξεις ενοποιούνται οι υφιστάμενοι θεσμοί του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος και του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς και επιτυγχάνεται η με ενιαίο τρόπο αντιμετώπιση των υποθέσεων που  υπάγονταν  στην  αρμοδιότητα  των  ως  άνω  εισαγγελέων  ειδικών καθηκόντων,  καθόσον  η  καθ’  ύλην  αρμοδιότητα  του  νέου  θεσμού  των εισαγγελέων  οικονομικού  εγκλήματος  καλύπτει  τις  αρμοδιότητες  των προαναφερθέντων εισαγγελέων. [..] Κεφάλαιο ΙΖ’: Η υφιστάμενη διαμόρφωση των ως άνω εισαγγελέων με την ύπαρξη δύο διαφορετικών θεσμών εισαγγελέων ειδικών καθηκόντων, αφενός μεν του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος  με αρμοδιότητα προσδιοριζόμενη με βάση την φύση των αδικημάτων (κατά βάση φορολογικών και οικονομικών) και  αφετέρου  του  εισαγγελέα  εγκλημάτων  διαφθοράς  με  αρμοδιότητα προσδιοριζόμενη  με  βάση  την  ιδιότητα  των  φερομένων  ως  δραστών κακουργημάτων οικονομικής φύσης, παρόμοιας με εκείνης που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα  του  εισαγγελέα  οικονομικού  εγκλήματος,  προκαλεί  μία αδικαιολόγητη πολυδιάσπαση  αρμοδιοτήτων  που  δεν  εισφέρει  στην αποτελεσματικότερη  αντιμετώπιση  των  υποθέσεων  των  οποίων επιλαμβάνονται οι ως άνω εισαγγελείς. Σημειώνεται περαιτέρω ότι σύμφωνα με το υφιστάμενο καθεστώς ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος μπορεί να ασκεί την αρμοδιότητά του σε όλη την Επικράτεια, ενώ η αρμοδιότητα του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς εκτείνεται στην εδαφική περιφέρεια του εφετείου όπου είναι τοποθετημένος, δηλαδή στην εδαφική περιφέρεια του εφετείου Αθηνών ή Θεσσαλονίκης. Μετην προτεινόμενη ρύθμιση η κατά τόπο αρμοδιότητα  των (νέων) εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια και έτσι δεν υφίσταται πλέον η ως άνω μη δικαιολογημένη διαφοροποίηση. Επιπλέον προβλέπεται ότι οι νέοι εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος φέρουν βαθμό Εισαγγελέα ή Αντεισαγγελέα Εφετών και η επιλογή τους θα γίνεται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, ενώ η επιλογή των επίκουρων εισαγγελέων, οι οποίοι θα είναι εισαγγελείς του πρώτου βαθμού θα γίνεται από τις Ολομέλειες των Εισαγγελιών Εφετών Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Κατά τα λοιπά οι εξουσίες των (νέων) εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος καλύπτουν τις εξουσίες που διέθεταν οι καταργούμενοι εισαγγελείς ειδικών καθηκόντων, ενώ εισάγονται και μεταβατικές ρυθμίσεις προς τον σκοπό της ομαλής μετάβασης στον νέο θεσμό. [..] Στόχος  είναι  η  με  ενιαίο  τρόπο  αντιμετώπιση  των υποθέσεων που υπάγονταν στην αρμοδιότητα των ως άνω εισαγγελέων  ειδικών  καθηκόντων,  καθόσον η  καθ’  ύλην αρμοδιότητα του νέου θεσμού των εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος   καλύπτει   τις   αρμοδιότητες   των προαναφερθέντων εισαγγελέων


Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συζήτησης στην Βουλη, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από την κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς και δεν ειπώθηκε τίποτα για το γεγονός ότι έφυγε εντελώς από τα πόδια της Εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος ο ανώτερος εισαγγελικός λειτουργός δηλαδή ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου

Οι τροποποιήσεις ψηφίστηκαν από την ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ (το άρθρο 53 εισήχθη αρχικά ως άρθρο 65 και με νομοτεχνική βελτίωση -σελίδα 36 των πρακτικών- αναριθμήθηκε σε άρθρο 53).



...::: Επίλογος :::...
Επειδή οι δικονομικοί νόμοι έχουν άμεση εφαρμογή από την έναρξη της ισχύος τους, ο νέος νόμος εφαρμόστηκε άμεσα σε όλες τις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις, μεταξύ των οποίων και στην υπόθεση του Γεωργιάδη.

Δηλαδή, μόνος ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος έκρινε την αρχειοθέτηση και η κρίση του ουδέποτε ελέγχθηκε από ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό.

Αυτό, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί το τεκμήριο αθωότητας του Γεωργιάδη και ούτε είναι ρυθμίσεις που αφορούν μόνο ή ειδικά αυτόν. Οποιαδήποτε αρχειοθέτηση έγινε από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου και μετά, με τον ίδιο τρόπο θα έγινε.

Από την άλλη δεν είναι ακριβές ότι ο Άδωνις Γεωργιάδης αθωώθηκε. Για αθώωση θα γινόταν λόγος αν του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη και είχε αποκτήσει την ιδιότητα του κατηγορουμένου. Στην προκειμένη περίπτωση δεν κατηγορήθηκε καν για κάποιο αδίκημα.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπεί η αρχειοθέτηση, όπως θα ήθελαν κάποιοι. Όσο και αν κάποιοι εντοπίζουν αντιφάσεις, η πράξη αρχειοθέτησης δεν προβλέπεται νομικά να ελεγχθεί από άλλο δικαιοδοτικό όργανο. Μόνος τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να προκύψουν νέα στοιχεία. Εντελώς νέα, κι όχι αυτά που ήταν στην διάθεση του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος. Τα στοιχεία που ήταν γνωστά και διαθέσιμα στη δικαιοσύνη μέχρι σήμερα, αξιολογήθηκαν από τον εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος και κρίθηκαν ανεπαρκή για την κίνηση της ποινικής δίωξης. Και όπως είπαμε και παραπάνω, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος έκανε κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, καταργήθηκε η δυνατότητα εκ νέου αξιολόγησής τους από ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό.

Το ζήτημα όμως που τίθεται, και το οποίο μας αφορά όλους, είναι το εξής: Γιατί τα πολιτικά πρόσωπα να υπάγονται σε ιδιαίτερη δικονομία κατά την οποία δεν ελέγχεται από ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό η αρχειοθέτηση της υπόθεσής τους? Τί ακριβώς “είδε” το ΚΙΝΑΛ σε αυτή τη ρύθμιση και την υπερψήφισε? Πόσο “νόμιμη και ηθική” είναι η δικονομία δύο ταχυτήτων?