Την Τρίτη 13 Μαΐου 2025, τα ΜΜΕ δημοσίευσαν το "πόρισμα Καρώνη". Πρόκειται για την γνωμοδότηση επί της πραγματογνωμοσύνης την οποία διεξήγαγε ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου για την ανάφλεξη και την πυρκαγιά στα Τέμπη. Χρειάστηκε να περάσουν 420 ημέρες ή 1 χρόνος 1 μήνας και 24 ημέρες από τον διορισμό του Καρώνη ως πραγματογνώμονα για να καταθέσει την γνωμοδότησή του.
Ακολουθήστε μας στο BlueSky, στο mastodon, στο twitter και στο Facebook
Μπορείτε να κατεβάσετε την γνωμοδότηση Καρώνη σε pdf εδώ (πηγή Το Ποντίκι).
Ο διορισμός
Ο Εφέτης Ανακριτής διόρισε ως πραγματογνώμονα τον καθηγητή Καρώνη, για να ερευνήσει την έναυση και την εκδήλωση της πυρκαγιάς, περίπου έναν χρόνο μετά (15.03.2024) από το έγκλημα που έγινε στα Τέμπη την Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023.
Ο διορισμός πραγματογνώμονα για το συγκεκριμένο ζήτημα έγινε αργοπορημένα, εάν ληφθεί υπόψη ότι η πυρκαγιά ήταν ενα φαινόμενο το οποίο ήταν γνωστό ήδη από τις πρώτες ώρες του συμβάντος. Μάλιστα, στην από 6 Μαρτίου 2023 πράξη σύστασης της τριμελούς "Επιτροπής Γεραπετρίτη", η οποία δεν ερεύνησε τα αίτια της πυρκαγιάς, αναφέρεται επί λέξει ότι:
Α. Συστήνουμε τριμελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων με σκοπό τη διερεύνηση και ανάδειξη των συστημικών προβλημάτων και δυσλειτουργιών αναφορικά με το σιδηροδρομικό δυστύχημα με πυρκαγιά, που έλαβε χώρα στις 28.02.2023 στην είσοδο της κοιλάδας των Τεμπών του Νομού Λάρισας.
Επομένως, ήταν ήδη γνωστό τοις πάσι όχι μόνο ότι είχε ξεσπάσει πυρκαγιά, αλλά και ότι δεν είχαν ερευνηθεί τα αίτια αυτής.
Το άρθρο 186 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ορίζει ότι οι πραγματογνώμονες πρέπει να επιλέγονται από τον πίνακα πραγματογνωμόνων του οικείου πρωτοδικείου. Ο καθηγητής Καρώνης δεν ήταν εγγεγραμμένος στον πίνακα πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Λάρισας, κατά το άρθρο 185 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ).
Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 186 ΚΠΔ, είναι επιτρεπτός ο διορισμός πραγματογνώμονα εκτός πίνακα μόνο (α) αν δεν υπάρχει τέτοιος πίνακας ή (β) δεν περιέχει τις ειδικότητες που απαιτούνται για τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης που έχει διαταχθεί, ή (γ) αν οι αναγραφόμενοι στον πίνακα δεν βρίσκονται στην περιφέρεια του οργάνου που τους διορίζει.
Ο Εφέτης Ανακριτής Σωτήριος Μπακαΐμης, διόρισε ως πραγματογνώμονα τον καθηγητή Καρώνη την Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024 (διάταξη διορισμού από ελληνικά hoaxes). Σύμφωνα με την διάταξη:
"ήταν αναγκαία η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από χημικό μηχανικό με ειδικές γνώσεις επιστήμης ως προς την συμπεριφορά ελαίων - καυσίμων προκειμένου να διαγνωσθεί με ακρίβεια και επιστημονική πληρότητα & επάρκεια η αιτία της ανάφλεξης και και ακολούθως η έναυση - εκδήλωση της πυρκαγιάς".
Σύμφωνα με την διάταξη διορισμού, πραγματογνώμονας διορίστηκε ο καθηγητής Καρώνης κι όχι το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Για τον λόγο αυτό δεν είναι απολύτως ακριβής ο ισχυρισμός των ελληνικά hoaxes στο απόσπασμα του άρθρου τους ότι πρόκειται για πραγματογνωμοσύνη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου:
[..] Για να επιτευχθεί αυτό, ο Εφέτης Ανακριτής απηύθηνε μια σειρά συγκεκριμένων ερωτημάτων προς τον καθηγητή Καρώνη. Κατά συνέπεια, η πραγματογνωμοσύνη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου δεν αποτελεί μια γενική προσέγγιση των αιτιών του δυστυχήματος των Τεμπών ή της πυρόσφαιρας [..]
Λέγεται "πόρισμα"?
Τα ΜΜΕ τα οποία ασχολήθηκαν με το ζήτημα, αναφέρθηκαν σε "πόρισμα Καρώνη". Πράγματι, η ορολογία που χρησιμοποίησαν δεν είναι ορθή.
Το άρθρο 198ΚΠΔ αναφέρεται σε "γνωμοδότηση" των πραγματογνωμόνων κι όχι σε πόρισμα.
Ο ισχύων Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (2019) ακολουθεί την ορολογία την οποία εισήγαγε ο Κώδικας του 1834 στο άρθρο 103, όπου γίνονταν λόγος για γνωμοδότηση.
Τί είναι οι πραγματογνώμονες
Σύμφωνα με το άρθρο 183ΚΠΔ, οι πραγματογνώμονες είναι πρόσωπα τα οποία διαθέτουν ειδικές γνώσεις σε ορισμένη επιστήμη ή τέχνη και τα οποία καλούνται να συνδράμουν στην ποινική διαδικασία ώστε να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση κάποιου γεγονότος.
Οι πραγματογνώμονες διορίζονται από την Πολιτεία ήτοι από ανακριτικούς υπαλλήλους, τον ανακριτή ή το δικαστήριο, αλλά οι ίδιοι δεν είναι ανακριτικοί υπάλληλοι, δικαστικοί λειτουργοί ή υπάλληλοι που εκπληρώνουν καθήκοντα στην ποινική διαδικασία. Ενεργούν ως ιδιώτες και οι γνωμοδοτήσεις τους δεν είναι δημόσια έγγραφα αλλά ιδιωτικά [Γεώργιος Σταθέας "Η πραγματογνωμοσύνη εις την ποινικήν δίκην", 1981 σελ. 186-187].
Οι πραγματογνώμονες εγγράφονται στον πίνακα πραγματογνωμόνων του άρθρου 185 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ο νόμος δεν ορίζει συγκεκριμένα προσόντα (πχ πτυχίο, μεταπτυχιακό, διδακτορικό κλπ) για να εγγραφεί κάποιος στον πίνακα πραγματογνωμόνων. Για τον λόγο αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο Εφέτης Ανακριτής δεν ζήτησε με δική του πρωτοβουλία να καταθέσουν τα πτυχία τους οι τεχνικοί σύμβουλοι, αλλά αυτό έγινε κατόπιν αιτήσεως κάποιου από τους διαδίκους. Δηλαδή, ο Εφέτης Ανακριτής ενέκρινε σχετικό αίτημα διαδίκου. Οι προβλέψεις αυτές της ποινικής δικονομίας είναι ορθές διότι θα ήταν αδύνατο να καταρτιστεί συγκεκριμένο προσοντολόγιο για όλες τις πιθανές και απίθανες επιστήμες και τέχνες. Επιπλέον, κατά περίπτωση, σε κάποιες υποθέσεις μπορεί να έχει βαρύνουσα σημασία η θεωρητική κατάρτιση του πραγματογνώμονα, σε άλλες να έχει μεγαλύτερη σημασία η εμπειρία του κι όχι οι τίτλοι σπουδών του κλπ. Τα πιθανά σενάρια είναι αμέτρητα και πολυ δύσκολο έως απίθανο να αποτυπωθούν νομικά.
Αποδεικτική δύναμη πραγματογνωμοσύνης
Η γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων υπόκειται στην ελεύθερη εκτίμηση των αποδειξεων όπως και κάθε άλλο αποδεικτικό μέσο (177ΚΠΔ).
Δηλαδή, η πραγματογνωμοσύνη δεν έχει ιδιάζουσα αξία και δεν καθίσταται υποχρεωτική για τον δικαστή [Ν. Ανδρουλάκης "Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης", 2007 σελ. 321, Χρ. Δέδες "Ποινική Δικονομία" 1979 σελ. 286].
Με άλλα λόγια, η πραγματογνωμοσύνη δεν παρέχει εκ προοιμίου πλήρη και ακλόνητη απόδειξη ως προς το ζήτημα το οποίο εξετάζει, ούτε συνιστά "τελειωτική και αμετάκλητη κρίση" επ' αυτού.
Για τον λόγο αυτό δεν είναι απολύτως ακριβής ο ισχυρισμός των ελληνικά hoaxes ότι:
Εξαιτίας της διχογνωμίας που έχει προκύψει για τα αίτια της πυρόσφαιρας, μέσα από τις αντικρουόμενες πραγματογνωμοσύνες, που μέχρι στιγμής έχουν κατατεθεί στη δικογραφία, ο Εφέτης Ανακριτής ανέθεσε στον καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, κ. Δημήτρη Καρώνη, να ελέγξει τις κυρίαρχες αντικρουόμενες προσεγγίσεις, να αποφανθεί για το ποια ισχύει και ποια δεν ισχύει και να προσφέρει τη δική του επιστημονική άποψη.
Οι πραγματογνώμονες δεν "αποφαίνονται" αλλά καταθέτουν την προσωπική τους αντίληψη για συγκεκριμένα γεγονότα ή στοιχεία, με βάση τις ειδικές γνώσεις που κατεχουν και η οποία πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Πολλώ δε μάλλον, η γνωμοδότησή τους δεν είναι δεσμευτική για το δικαστήριο αλλά υπόκειται στην ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων. [βλ. και Γεώργιος Πλαγάκος "Ο ανακριτής" 2021 σελ. 399-400].
Εάν υπάρχουν αντίθετες μεταξύ τους πραγματογνωμοσύνες τότε το δικαστήριο οφείλει να τις συνεκτιμήσει και να αιτιολογήσει την αποδοχή κάποιας από αυτές [βλ. και Γεώργιος Πλαγάκος "Ο ανακριτής" 2021 σελ. 401]. Υπό αυτήν την έννοια, η γνωμοδότηση Καρώνη δεν είναι τελειωτική κρίση επί του ζητήματος της πυρόσφαιρας και της πυρκαγιάς.
Επιπλέον, ούτε ο Ανακριτής βασίζεται στην γνωμοδότηση για να αποφανθεί για κάποιο ζήτημα. Γενικότερα, ο ανακριτής περιορίζεται στην συλλογή αποδεικτικού υλικού και δεν αποφασίζει επί της κατηγορίας ή επί της παραπομπής του κατηγορουμένου σε δίκη. Αυτή είναι δουλειά (συνήθως) του δικαστικού συμβουλίου. Ο έλεγχος της ορθότητας της γνωμοδότησης του πραγματογνώμονα είναι μάλλον έργο του θιγόμενου από αυτήν, κι όχι του ανακριτή [βλ. και Γεώργιος Πλαγάκος "Ο ανακριτής" 2021 σελ. 406].
Τί είναι οι τεχνικοί σύμβουλοι
Οι τεχνικοί σύμβουλοι είναι το αντίστοιχο του πραγματογνώμονα, που όμως διορίζονται από τους διαδίκους κι όχι από την Πολιτεία, για να παρακολουθήσουν τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με αυτή [Αργ Καρράς "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο", 2024 σελ 394].
Οι τεχνικοί σύμβουλοι αποκαλούνται και "τεχνικοί συνήγοροι" των διαδίκων. Ωστόσο, τούτο δεν είναι απόλυτα ακριβές διότι ως τεχνικοί σύμβουλοι διορίζονται πρόσωπα τα οποία έχουν την ικανότητα να διοριστούν πραγματογνώμονες στη συγκεκριμένη περίπτωση. Συνεπώς, οι τεχνικοί σύμβουλοι πρέπει να παρέχουν και αυτοί ορισμένες εγγυήσεις αμεροληψίας και αντικειμενικότητας, οι οποίες είναι καταρχάς ασυμβίβαστες με τη μεροληπτική αποστολή των συνηγόρων στην ποινική διαδικασία [Αργ Καρράς "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο", 2024 σελ 395].
Αντιφάσεις στις πραγματογνώμονες
Η διάταξη του άρθρου 103 του ΚΠΔ του 1834 όριζε ότι η γνωμοδότηση πρέπει να μην περιέχει αόριστες εκφράσεις ενώ το το άρθρο 106 όριζε ότι εάν η γνωμοδότηση είναι αόριστη, ατελής ή αναιτιολόγητη, πρέπει να επιστρέφεται στους πραγματογνώμονες προς συμπλήρωση.
Σύμφωνα με το άρθρο 197 του ισχύοντος ΚΠΔ, αν η γνωμοδότηση είναι ασαφής, αόριστη ή αντιφατική ή αντίθετη σε άλλα περιστατικά που βεβαιώθηκαν στο βαθμό που χρειάζεται, διατάσσεται νέα πραγματογνωμοσύνη, εφόσον οι αμφιβολίες που δημιουργήθηκαν δεν φαίνεται πιθανό πως θα εκλείψουν και μετά την τυχόν επιστροφή για διόρθωση της γνωμοδότησης στους ίδιους πραγματογνώμονες. Η νέα πραγματογνωμοσύνη γίνεται από άλλους πραγματογνώμονες, στους οποίους μπορεί να προστεθούν και ένας ή περισσότεροι από εκείνους που διορίστηκαν την πρώτη φορά.
Επομένως, εάν ο Εφέτης Ανακριτής διαπιστώσει ότι η γνωμοδότηση Καρώνη περιέχει ασάφειες ή αντιφάσεις τότε πρέπει να διατάξει νέα πραγματογνωμοσύνη.
Σύμφωνα με το άρθρο 208ΚΠΔ, οι τεχνικοί σύμβουλοι μπορούν να καταθέσουν στον Εφέτη Ανακριτή, γραπτές παρατηρήσεις επί της γνωμοδότησης του καθηγητή Καρώνη. Οι διάδικοι, βασισμένοι στις παρατηρήσεις των τεχνικών συμβούλων, μπορούν να επικαλεστούν ασάφειες της γνωμοδότησης Καρώνη και να αιτηθούν να διενεργηθεί νέα πραγματογνωμοσύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 197 παρ 2 ΚΠΔ.
Ακολουθήστε μας στο BlueSky, στο mastodon, στο twitter και στο Facebook